Δημοσιεύτηκε η περίληψη της Έκθεσης του Γραφείου των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα (UNODC) για την Ελλάδα στο πλαίσιο του δεύτερου κύκλου αξιολόγησης των κρατών-μελών της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς (UNCAC). Ο μηχανισμός αξιολόγησης της εφαρμογής της Σύμβασης για τον δεύτερο κύκλο ξεκίνησε το 2016 και ολοκληρώθηκε το 2021 εξετάζοντας συνολικά 187 κράτη ως προς τη συμμόρφωσή τους με τα Κεφάλαια ΙΙ «Προληπτικά Μέτρα» και V «Ανάκτηση Περιουσιακών Στοιχείων» της Σύμβασης.
Για τη διαμόρφωση της έκθεσης για την Ελλάδα, κλιμάκιο στελεχών του UNODC με τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων σε θέματα διαφθοράς από το Βέλγιο και το Μεξικό επισκέφθηκε τη χώρα μας στις 19-21 Φεβρουαρίου 2019 με στόχο τη διευκρίνιση ζητημάτων σχετικά με τις απαντήσεις που είχαν δώσει οι ελληνικές αρχές σε ερωτηματολόγιο που είχε προηγηθεί της επιτόπιας επίσκεψης.
Η έκθεση εξετάζει, μεταξύ άλλων, το νομικό και θεσμικό πλαίσιο για την πρόληψη της διαφθοράς που ίσχυε πριν από την εμβληματική μεταρρύθμιση που επέφερε η ψήφιση του ν. 4622/2019 με τη σύσταση της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας. Λαμβάνοντας υπόψη το τότε ισχύον πλαίσιο, η Έκθεση συστήνει τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση των αλληλοεπικαλύψεων των φορέων με αρμοδιότητα στην καταπολέμηση της διαφθοράς και ιδίως εκείνων με αρμοδιότητες επιθεωρήσεων και ελέγχου με στόχο α) την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας, των ελεγκτικών μηχανισμών, β) τη συστηματική παρακολούθηση της προόδου του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς και γ) την προώθηση της συμμετοχής των φορέων της κοινωνίας στην ανάπτυξη και εφαρμογή πολιτικών κατά της διαφθοράς. Η έκθεση συστήνει επίσης την παρακολούθηση της παραλαβής καταγγελιών από διαφορετικούς αρμόδιους φορείς με στόχο τον καλύτερο συντονισμό τους, την εισαγωγή συγκεκριμένης χρονικής περιόδου κατά την οποία οι δημόσιοι λειτουργοί δεν θα μπορούν να απασχοληθούν στον ιδιωτικό τομέα μετά την αποχώρησή της από το δημόσιο τομέα, καθώς και τη διευκόλυνση της υποβολής αναφορών με τη σύσταση συστήματος προστασίας των προσώπων που αναφέρουν παραβιάσεις.
Κατά τον χρόνο οριστικοποίησης της έκθεσης το φθινόπωρο του 2021, η ΕΑΔ κατέδειξε και τεκμηρίωσε τις σημαντικές καινοτομίες του νέου νομοθετικού και θεσμικού πλαισίου τονίζοντας ότι η Ελλάδα ήδη πληροί τις ως άνω συστάσεις με την ίδρυση ανεξάρτητης αρχής για την πρόληψη της διαφθοράς με διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, η οποία προήλθε από τη συγχώνευση της Γενικής Γραμματείας Καταπολέμησης της Διαφθοράς και πέντε συνολικά Σωμάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου, αντιμετωπίζοντας έτσι τις αλληλοεπικαλύψεις στις αρμοδιότητες τους, τα προβλήματα συντονισμού και τον κατακερματισμό των ελεγκτικών οργάνων. Η ίδρυση της ΕΑΔ απαντά πλήρως στις παθογένειες που εντοπίζει η Έκθεση εισάγοντας καινοτόμες μεθοδολογίες για: α) την παρακολούθηση, αξιολόγηση και επικαιροποίηση του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, β) την ανάπτυξη συνεργειών με την κοινωνία για τη διαμόρφωση πρωτοβουλιών, πολιτικών και δράσεων ευαισθητοποίησης, γ) τη διαμόρφωση μηχανισμού για τη διαχείριση και αξιολόγηση καταγγελιών και δ) με την εισαγωγή σειράς υποχρεώσεων για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μετά τη λήξη των καθηκόντων μελών της Κυβέρνησης, Υφυπουργών, Γενικών και Ειδικών Γραμματέων, μεταξύ άλλων προσώπων. Με την επικείμενη ενσωμάτωση της Οδηγίας 2019/1937, η Ελλάδα θα εισάγει πρόσθετες δικλίδες προστασίας των προσώπων που αναφέρουν παραβιάσεις των ενωσιακών και εθνικών κανόνων δικαίου, πέραν των ήδη υφιστάμενων στην ποινική νομοθεσία.
Λαμβάνοντας υπόψη το σημαντικό χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της επιτόπιας επίσκεψης του κλιμακίου (Φεβρουάριος 2019) και της δημοσίευσης της έκθεσης (Μάιος 2022), η ΕΑΔ απέστειλε στο UNODC αναλυτικό σημείωμα που αποτυπώνει τις εν λόγω σημαντικές εξελίξεις που έχουν λάβει χώρα σε εθνικό επίπεδο στα πεδία της πρόληψης και της καταπολέμησης της διαφθοράς και οι οποίες μνημονεύονται ρητά στην Έκθεση αναγνωρίζοντας τη σημαντική πρόοδο των τελευταίων ετών και τις προσπάθειες των ελληνικών αρχών για την ενίσχυση των μηχανισμών ελέγχου και την προώθηση της διαφάνειας, της ακεραιότητας και της λογοδοσίας.